Η πολιτική εκπροσώπηση της Τουρκικής Μειονότητας της Δυτικής Θράκης
Σε επίσκεψή του στην Θράκη προεκλογικά, τον Ιανουάριο του 2015, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και μετέπειτα Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, απευθυνόμενος σε Τ
ΕΙΔΗΣΕΙΣ - ΆΡΘΡΑ
30 Mart 2016
Σε επίσκεψή του στην Θράκη προεκλογικά, τον Ιανουάριο του 2015, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και μετέπειτα Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, απευθυνόμενος σε Τούρκους μειονοτικούς ανέφερε «Το διακύβευμα στη Θράκη δεν είναι να νοιώθουμε μαζί με οποιονδήποτε από εσάς, συμπατριώτες και συμπολίτες. Είμαστε συμπατριώτες και συμπολίτες».
Θα περίμενε κανείς από Πρόεδρο αριστερού κόμματος ότι αυτά τα θέματα εν έτη 2015 θα ήταν ήδη λυμένα και δεδομένα. Φαίνεται ωστόσο ότι ο Αλέξης Τσίπρας εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή όπου όλα έδειχναν ότι το κόμμα του θα αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας δεν ήθελε να δεσμευτεί για κάτι συγκεκριμένο ενώπιον της Μειονότητας. Παρόλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ εξέλεξε τρεις μειονοτικούς βουλευτές στη Θράκη, δυναμική που διατήρησε και στις εθνικές εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015. Ήταν η πρώτη φορά μετά από δεκαετίες που ένα κόμμα εξέλεξε ταυτόχρονα τρεις βουλευτές από την Μειονότητα της Θράκης.
Στο τοπίο της πολιτικής εκπροσώπησης της Μειονότητας τον Σεπτέμβριο του 2015 ήρθε να προστεθεί και ένα ακόμα στοιχείο. Η Ροδόπη διαθέτει τρεις έδρες στο Κοινοβούλιο και για πρώτη φορά στα χρονικά εξέλεξε τρεις μειονοτικούς βουλευτές. Η πλειονότητα έμεινε χωρίς εκπροσώπηση.
Σε μία καλώς εννοούμενη δημοκρατική χώρα η εκπροσώπηση στο Κοινοβούλιο θα έπρεπε να στηρίζεται σε κριτήρια όπως η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο. Η καταγωγή θα έπρεπε να είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα που δεν σηματοδοτεί την εκλογή ή τη μη εκλογή κάποιου. Στη Θράκη ωστόσο, η καταγωγή, η εθνική ταυτότητα, υπήρξε πάντα πρωταρχικό μέλημα αναφορικά με την εκπροσώπηση του πληθυσμού σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Με λίγα λόγια, στη Θράκη ανέκαθεν υπήρχε ο διαχωρισμός μεταξύ μειονοτικών και πλειονοτικών υποψηφίων, μεταξύ «δικών μας» και «δικών σας» βουλευτών. Κάθε συζήτηση περί εκπροσώπησης έχανε το νόημά της ή μάλλον ξεκινούσε και τελείωνε στο ζήτημα του αυτοπροσδιορισμού. Κανονικά θα έπρεπε να τίθεται το ερώτημα αν ένας βουλευτής, οποιασδήποτε καταγωγής και εθνικής συνείδησης διαθέτει τις ικανότητες και την βούληση να εκπροσωπήσει το νομό και τον πληθυσμό στο σύνολό του.
Αυτό που διαπιστώνουμε ωστόσο είναι σε κάθε εκλογική αναμέτρηση όταν φτάνει η συζήτηση στη Θράκη, οι πολιτικοί αναλυτές αρκούνται στο να αναφέρουν ότι η περίπτωση της Θράκης είναι ξεχωριστή. Η συζήτηση ποτέ δεν προχωράει σε ουσιαστικότερες αναλύσεις, περιορίζεται στο να αφήσει το στίγμα ότι όπου μειονοτικός και ξεχωριστός, ιδιαίτερος.
Παραδοσιακά, τα πολιτικά κόμματα επιδίωκαν και επιδιώκουν την συνεργασία με μειονοτικούς υποψηφίους διότι πολύ απλά η Μειονότητα είναι μία υπολογίσιμη αριθμητικά δύναμη χωρίς την στήριξη της οποίας είναι δύσκολη και κατά περιπτώσεις αδύνατη η εκλογή κάποιου υποψηφίου. Γι αυτό και η Τουρκική Μειονότητα της Θράκης δεν έμεινε ποτέ -εκτός των ετών 1993-1996 - χωρίς πολιτική εκπροσώπηση στο Κοινοβούλιο.
Οι υποψηφιότητες ωστόσο των Τούρκων μειονοτικών αποτέλεσαν πολλές φορές το μήλον της έριδος μεταξύ των κομμάτων, ενώ υπήρξαν και περιπτώσεις όπου όλο το ενδιαφέρον της χώρας προεκλογικά επικεντρώθηκε στη Θράκη με αφορμή υποψηφιότητες που 'άναψαν φωτιές'.
Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η κίνηση του Γιώργου Παπανδρέου με έντονο συμβολισμό να θέσει επικεφαλή του ψηφοδελτίου του ΠΑΣΟΚ το 2006 για την Υπερνομαρχία Δράμας-Καβάλας-Ξάνθης μία γυναίκα μειονοτική, την Γκιουλμπεγιάζ Καραχασάν. Η Καραχασάν αποτέλεσε αναμφισβήτητα το πρόσωπο εκείνων των εκλογών με κάμερες να την ακολουθούν σε κάθε της βήμα για να αποσπάσουν μία δήλωση σχετικά με την εθνική της συνείδηση.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι το 1993 δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή οι ανεξάρτητοι μειονοτικοί κομματικοί συνδυασμοί. Για πρώτη φορά τότε η Μειονότητα διεκδικεί και πετυχαίνει την ανεξάρτητη εκπροσώπησή της στο Κοινοβούλιο με συντριπτικά ποσοστά. Η πόλωση έφτασε στο αποκορύφωμά της. Το ίδιο και οι εντάσεις στην περιοχή με γεγονότα όπως το κλείσιμο των τουρκικών συλλόγων, διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, συνεχείς δίκες.
Φτάνουμε στο 1993. Με αφορμή την ένταση στη Θράκη καθιερώνεται το πλαφόν του 3% για την εκπροσώπηση των πολιτικών κομμάτων στη Βουλή και μπαίνει οριστικά φρένο στην εκλογή ανεξάρτητων μειονοτικών υποψηφίων και συνδυασμών. Τόσο μεγάλη ήταν η ένταση στην περιοχή όπου ακόμα και στις εκλογές του 1993 που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το πλαφόν, ο ανεξάρτητος μειονοτικός συνδυασμός στην Ροδόπη «Εμπιστοσύνη» (Güven) ήρθε πρώτος με τεράστια διαφορά.
Θύμα του πλαφόν που είχε ξεκάθαρα στόχο τη Μειονότητα στη Θράκη υπήρξε τότε και ο Συνασπισμός, προκάτοχο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκεται σήμερα στη διακυβέρνηση της χώρας.
Έκτοτε η Μειονότητα μην έχοντας άλλη επιλογή εκπροσώπησης επέστρεψε στα ψηφοδέλτια των μεγάλων πολιτικών κομμάτων. Οι όποιες απόπειρες για κάθοδο ανεξάρτητων μειονοτικών συνδυασμών περιορίστηκαν σε τοπικό επίπεδο, δημοτικές εκλογές, και στις ευρωεκλογές που υπήρξαν θεωρητικά άνευ σημασίας για την Μειονότητα καθώς η εκλογή γίνεται βάσει λίστας και οι υποψήφιοι της Μειονότητας ουδέποτε τοποθετήθηκαν από τα κόμματα σε εκλόγιμες θέσεις.
Στις τελευταίες ευρωεκλογές του 2014 η Μειονότητα έστειλε με την ψήφο της ισχυρό μήνυμα καθώς υπήρξε συστηματική οργάνωση του Κόμματος Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας (Dostluk, Esitlik, Baris Partisi), διάδοχη κατάσταση του κόμματος του Αχμέτ Σαδίκ και κάθοδό του για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές. Το κόμμα απέσπασε στην Θράκη υψηλά ποσοστά και κατετάγη τρίτο σε επίπεδο Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Με τη στάση της αυτή η Μειονότητα γύρισε την πλάτη της στα μεγάλα κόμματα και έστειλε το μήνυμά της ότι είναι υπολογίσιμη δύναμη.
Παρόλο που υπάρχουν στην περιοχή της Θράκης αμιγώς μειονοτικοί δήμοι όπου παραδοσιακά εκλέγουν Τούρκους δημάρχους και παλαιότερα, προέδρους κοινοτήτων, υπήρξαν και περιπτώσεις όπου η Μειονότητα διεκδίκησε με ξεχωριστά ψηφοδέλτια, τους μεγάλους αστικούς δήμους της Κομοτηνής και της Ξάνθης. Κι εκεί παρόλο που δεν υπήρχε ελπίδα εκλογής, η συσπείρωση ήταν θεαματική.
Θα περίμενε κανείς από Πρόεδρο αριστερού κόμματος ότι αυτά τα θέματα εν έτη 2015 θα ήταν ήδη λυμένα και δεδομένα. Φαίνεται ωστόσο ότι ο Αλέξης Τσίπρας εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή όπου όλα έδειχναν ότι το κόμμα του θα αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας δεν ήθελε να δεσμευτεί για κάτι συγκεκριμένο ενώπιον της Μειονότητας. Παρόλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ εξέλεξε τρεις μειονοτικούς βουλευτές στη Θράκη, δυναμική που διατήρησε και στις εθνικές εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015. Ήταν η πρώτη φορά μετά από δεκαετίες που ένα κόμμα εξέλεξε ταυτόχρονα τρεις βουλευτές από την Μειονότητα της Θράκης.
Στο τοπίο της πολιτικής εκπροσώπησης της Μειονότητας τον Σεπτέμβριο του 2015 ήρθε να προστεθεί και ένα ακόμα στοιχείο. Η Ροδόπη διαθέτει τρεις έδρες στο Κοινοβούλιο και για πρώτη φορά στα χρονικά εξέλεξε τρεις μειονοτικούς βουλευτές. Η πλειονότητα έμεινε χωρίς εκπροσώπηση.
Σε μία καλώς εννοούμενη δημοκρατική χώρα η εκπροσώπηση στο Κοινοβούλιο θα έπρεπε να στηρίζεται σε κριτήρια όπως η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο. Η καταγωγή θα έπρεπε να είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα που δεν σηματοδοτεί την εκλογή ή τη μη εκλογή κάποιου. Στη Θράκη ωστόσο, η καταγωγή, η εθνική ταυτότητα, υπήρξε πάντα πρωταρχικό μέλημα αναφορικά με την εκπροσώπηση του πληθυσμού σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Με λίγα λόγια, στη Θράκη ανέκαθεν υπήρχε ο διαχωρισμός μεταξύ μειονοτικών και πλειονοτικών υποψηφίων, μεταξύ «δικών μας» και «δικών σας» βουλευτών. Κάθε συζήτηση περί εκπροσώπησης έχανε το νόημά της ή μάλλον ξεκινούσε και τελείωνε στο ζήτημα του αυτοπροσδιορισμού. Κανονικά θα έπρεπε να τίθεται το ερώτημα αν ένας βουλευτής, οποιασδήποτε καταγωγής και εθνικής συνείδησης διαθέτει τις ικανότητες και την βούληση να εκπροσωπήσει το νομό και τον πληθυσμό στο σύνολό του.
Αυτό που διαπιστώνουμε ωστόσο είναι σε κάθε εκλογική αναμέτρηση όταν φτάνει η συζήτηση στη Θράκη, οι πολιτικοί αναλυτές αρκούνται στο να αναφέρουν ότι η περίπτωση της Θράκης είναι ξεχωριστή. Η συζήτηση ποτέ δεν προχωράει σε ουσιαστικότερες αναλύσεις, περιορίζεται στο να αφήσει το στίγμα ότι όπου μειονοτικός και ξεχωριστός, ιδιαίτερος.
Παραδοσιακά, τα πολιτικά κόμματα επιδίωκαν και επιδιώκουν την συνεργασία με μειονοτικούς υποψηφίους διότι πολύ απλά η Μειονότητα είναι μία υπολογίσιμη αριθμητικά δύναμη χωρίς την στήριξη της οποίας είναι δύσκολη και κατά περιπτώσεις αδύνατη η εκλογή κάποιου υποψηφίου. Γι αυτό και η Τουρκική Μειονότητα της Θράκης δεν έμεινε ποτέ -εκτός των ετών 1993-1996 - χωρίς πολιτική εκπροσώπηση στο Κοινοβούλιο.
Οι υποψηφιότητες ωστόσο των Τούρκων μειονοτικών αποτέλεσαν πολλές φορές το μήλον της έριδος μεταξύ των κομμάτων, ενώ υπήρξαν και περιπτώσεις όπου όλο το ενδιαφέρον της χώρας προεκλογικά επικεντρώθηκε στη Θράκη με αφορμή υποψηφιότητες που 'άναψαν φωτιές'.
Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η κίνηση του Γιώργου Παπανδρέου με έντονο συμβολισμό να θέσει επικεφαλή του ψηφοδελτίου του ΠΑΣΟΚ το 2006 για την Υπερνομαρχία Δράμας-Καβάλας-Ξάνθης μία γυναίκα μειονοτική, την Γκιουλμπεγιάζ Καραχασάν. Η Καραχασάν αποτέλεσε αναμφισβήτητα το πρόσωπο εκείνων των εκλογών με κάμερες να την ακολουθούν σε κάθε της βήμα για να αποσπάσουν μία δήλωση σχετικά με την εθνική της συνείδηση.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι το 1993 δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή οι ανεξάρτητοι μειονοτικοί κομματικοί συνδυασμοί. Για πρώτη φορά τότε η Μειονότητα διεκδικεί και πετυχαίνει την ανεξάρτητη εκπροσώπησή της στο Κοινοβούλιο με συντριπτικά ποσοστά. Η πόλωση έφτασε στο αποκορύφωμά της. Το ίδιο και οι εντάσεις στην περιοχή με γεγονότα όπως το κλείσιμο των τουρκικών συλλόγων, διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, συνεχείς δίκες.
Φτάνουμε στο 1993. Με αφορμή την ένταση στη Θράκη καθιερώνεται το πλαφόν του 3% για την εκπροσώπηση των πολιτικών κομμάτων στη Βουλή και μπαίνει οριστικά φρένο στην εκλογή ανεξάρτητων μειονοτικών υποψηφίων και συνδυασμών. Τόσο μεγάλη ήταν η ένταση στην περιοχή όπου ακόμα και στις εκλογές του 1993 που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το πλαφόν, ο ανεξάρτητος μειονοτικός συνδυασμός στην Ροδόπη «Εμπιστοσύνη» (Güven) ήρθε πρώτος με τεράστια διαφορά.
Θύμα του πλαφόν που είχε ξεκάθαρα στόχο τη Μειονότητα στη Θράκη υπήρξε τότε και ο Συνασπισμός, προκάτοχο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκεται σήμερα στη διακυβέρνηση της χώρας.
Έκτοτε η Μειονότητα μην έχοντας άλλη επιλογή εκπροσώπησης επέστρεψε στα ψηφοδέλτια των μεγάλων πολιτικών κομμάτων. Οι όποιες απόπειρες για κάθοδο ανεξάρτητων μειονοτικών συνδυασμών περιορίστηκαν σε τοπικό επίπεδο, δημοτικές εκλογές, και στις ευρωεκλογές που υπήρξαν θεωρητικά άνευ σημασίας για την Μειονότητα καθώς η εκλογή γίνεται βάσει λίστας και οι υποψήφιοι της Μειονότητας ουδέποτε τοποθετήθηκαν από τα κόμματα σε εκλόγιμες θέσεις.
Στις τελευταίες ευρωεκλογές του 2014 η Μειονότητα έστειλε με την ψήφο της ισχυρό μήνυμα καθώς υπήρξε συστηματική οργάνωση του Κόμματος Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας (Dostluk, Esitlik, Baris Partisi), διάδοχη κατάσταση του κόμματος του Αχμέτ Σαδίκ και κάθοδό του για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές. Το κόμμα απέσπασε στην Θράκη υψηλά ποσοστά και κατετάγη τρίτο σε επίπεδο Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Με τη στάση της αυτή η Μειονότητα γύρισε την πλάτη της στα μεγάλα κόμματα και έστειλε το μήνυμά της ότι είναι υπολογίσιμη δύναμη.
Παρόλο που υπάρχουν στην περιοχή της Θράκης αμιγώς μειονοτικοί δήμοι όπου παραδοσιακά εκλέγουν Τούρκους δημάρχους και παλαιότερα, προέδρους κοινοτήτων, υπήρξαν και περιπτώσεις όπου η Μειονότητα διεκδίκησε με ξεχωριστά ψηφοδέλτια, τους μεγάλους αστικούς δήμους της Κομοτηνής και της Ξάνθης. Κι εκεί παρόλο που δεν υπήρχε ελπίδα εκλογής, η συσπείρωση ήταν θεαματική.